Αποδίδουν τα μέτρα κατα του παράνομου download

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ADMIN  24 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2012 

Τα μέτρα που έχουν ληφθεί σε διάφορες χώρες, κατά της πειρατείας έφερνα αποτελέσματα σύμφωνα με την IFPI.

Σημαντικοί είναι οι καρποί που έχουν αποφέρει τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατά του παράνομου «κατεβάσματος» μουσικής από το ίντερνετ, ιδίως σε χώρες όπως η Γαλλία, αλλά και στη Νέα Ζηλανδία και τις ΗΠΑ, ανακοίνωσε η Διεθνής Ομοσπονδία Φωνογραφικής Βιομηχανίας (IFPI) στην ετήσια έκθεσή της. «Στη Γαλλία η εφαρμογή του νόμου Hadopi (που απαγορεύει το κατέβασμα μουσικής) έχει συνεισφέρει στη μείωση κατά 26% της πειρατείας στο πλαίσιο του Ρ2Ρ» δηλ. το σύστημα μέσα στο οποίο συνδέονται δύο υπολογιστές και ανταλλάσσουν αρχεία μεταξύ τους, τονίζεται στην έκθεση.



Σύμφωνα με την IFPI, που εδρεύει στο Λονδίνο, και την εταιρεία Nielsen, περίπου «2 εκατ. χρήστες του Ρ2Ρ σταμάτησαν τη δραστηριότητά τους αυτή έπειτα από την αποστολή των πρώτων προειδοποιήσεων, τον Οκτώβριο του 2010». Στις ΗΠΑ, όπου οι νόμοι κατά της πειρατείας εξετάζονται από το Κογκρέσο, το κλείσιμο μέσα στο 2010 της υπηρεσίας ανταλλαγής αρχείων μουσικής LimeWire «επέτρεψε τη σημαντική ελάττωση της πειρατείας», τονίζεται. «Στη Νέα Ζηλανδία, μία νέα νομοθεσία που εισάγει μία βαθμιαία αντίδραση (στο παράνομο κατέβασμα) ετέθη εν ισχύι από τον Σεπτέμβριο του 2011 και ήδη έχει δώσει τα πρώτα αποτελέσματα», συνεχίζει η έκθεση.

Η πειρατεία εξακολουθεί να αποτελεί «ένα τεράστιο εμπόδιο» για την αύξηση του όγκου των κερδών της μουσικής βιομηχανίας. «Στον κόσμο, ο ένας στους τέσσερις χρήστες του Ιντερνέτ (28%) χρησιμοποιεί τακτικά τους παράνομους ιστοτόπους», σύμφωνα με την IFPI, η οποία «συστήνει, προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα αυτό, μία σειρά από μέτρα, που περιλαμβάνουν τη βαθμιαία αντίδραση, φραγμούς στους ιστοτόπους και άλλα». Η IFPI τονίζει επίσης πως με την ανάπτυξη των εφαρμογών iTunes, Spotify και Deezer, η ψηφιακή μουσική βιομηχανία είναι πλέον παρούσα σε 58 χώρες, έναντι 28 στις αρχές του 2011, και πως τα έσοδά της έχουν αυξηθεί κατά 8% για να φθάσουν τα 5,2 δισ. δολάρια (4 δισ. ευρώ) το 2011.